Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025

                 

http://zet


ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΩΚΡΑΤΗ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ ΣΤΟΝ ΑΔΗ

Τελειώνοντας κίνησε να προχωρεί στα άδυτα του Άδη· αχνές σκιές πλησίαζαν κι έφευγαν πάλι πίσω, μέχρι που μέσα στο ζοφερό σκοτάδι ξεχώρισε μια επιβλητική φιγούρα να τον πλησιάζει σαν να τον έψαχνε από ώρα. Με δυσκολία τον γνώρισε, ήταν ο Πρωταγόρας ο σοφιστής που του μίλησε με λόγια συμπάθειας: 

-Σωκράτη, είναι αλήθεια ότι σε βρήκε άδοξος θάνατος γιατί σε συκοφάντησαν κι εσένα άχρηστοι άνθρωποι;

- Αλήθεια είναι. Με κατηγόρησαν ότι ήμουν, λέει, άθεος, έφερνα καινά δαιμόνια και διέφθειρα τους νέους. Γελοίες κατηγορίες, γιατί, όπως είπα στους Αθηναίους στην Απολογία μου, δεν μπορεί κάποιος που δεν πιστεύει στους θεούς να εισάγει νέους θεούς, καθώς επίσης δεν μπορεί να εκπαιδεύει τους νέους στο  κακό που αν επικρατήσει θα  αφανίσει και τον ίδιο.

 Στην πραγματικότητα με σκότωσε το μίσος των Αθηναίων πάνω στο οποίο βρήκαν πρόσφορο έδαφος οι συκοφαντίες των κατηγόρων μου. Με μισούσαν γιατί με τις ερωτήσεις που έκανα σε δήθεν σοφούς πολίτες αποδείκνυα στους ίδιους και στους άλλους ότι δεν ήξεραν τίποτα καλό και σωστό, παρόλο που είχαν την φήμη του σπουδαίου. Eκτός απ’ αυτούς με μισούσαν και οι άλλοι που ήταν μαζί τους, γιατί τολμούσα να αμφισβητώ αυτούς που θαύμαζαν. Εγώ όμως δεν έδινα σημασία στο μίσος τους, αντίθετα μάλιστα μέσα μου χαιρόμουν που έβγαινε σωστός ο χρησμός του Απόλλωνα που είχε πει ότι ήμουν ο σοφότερος άνθρωπος· ήμουν πράγματι σοφότερος αφού εγώ τουλάχι- στον είχα επίγνωση ότι δεν ξέρω τίποτα, ενώ οι άλλοι νόμιζαν ότι ξέρουν χωρίς να ξέρουν.

Και, όπως τους είπα στο δικαστήριο, αν το αντάλλαγμα για να ζήσω ήταν να πάψω να μιλάω, τότε ευχαρίστως θα διάλεγα το θάνατο.

-Περίεργη Απολογία φαίνεται ότι έκανες, Σωκράτη, και λυπάμαι που δεν ήμουν εκεί να τους βλέπω όσο σε άκουγαν.

- Νομίζω πως ό, τι και αν έλεγα το είχαν πάρει απόφαση να μου κλείσουν το στόμα. Η αιτία ήταν πολιτική. Δεν ήταν ότι τους αδίκησαν μαθητές μου, όπως ο Αλκιβιάδης, ο Χαρμίδης και ο Κριτίας. Με είχαν βάλει στο μάτι οι δημαγωγοί γιατί προσπάθησα να σταθώ εμπόδιο στην ανήθικη δημαγωγία τους, όταν τους είπα στην εκκλησία ότι τα ψηφίσματα του λαού που αποσπούσαν με ψέματα και κολακείες δεν μπορούν να έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τον νόμο, γιατί αυτό αποτελεί παρέκκλιση και διαφθορά της δημοκρατίας.

- Με στενοχωρούν αλλά δεν με ξαφνιάζουν, Σωκράτη, τα λόγια σου. Μίσος και πολιτική ήταν, όπως ξέρεις, οι λόγοι της δίωξης πολλών ανδρών. Εσένα σε σκότωσαν οι αυτοαποκαλούμενοι δημοκρατικοί, εμένα με μισούσαν και με καταδίωξαν οι ολιγαρχικοί που έβαλαν κάποιον ασήμαντο να με κατηγορήσει για αθεΐα και ασέβεια κι έκαψαν τα βιβλία μου στην αγορά.

Δυστυχώς, η δημοκρατία που στηριζόταν στον  νόμο και στην πολιτική αρετή, η ελευθερία, η ισονομία, η αξιοκρατία και η αριστεία έλαμψαν για λίγο στην Αθήνα για να τις μάθουν οι άνθρωποι και να τις μνημονεύουν για πάντα· αλλά ήταν μοιραίο να σβήσουν, γιατί δεν αρέσουν στους  μέτριους, στους ανάξιους  και στους κακούς  που είναι οι περισσότεροι.

Εγώ όμως, Σωκράτη, όταν με κατηγόρησαν, έφυγα για να μη δώσω στους άχρηστους και τους κακούς τη χαρά να μ’ εξοντώσουν. Και δεν μετανιώνω. Εσύ γιατί δεν έφυγες;

-Αυτό, Πρωταγόρα, δεν θα το έκανα ποτέ, όπως εξήγησα και στον Κρίτωνα που ήθελε να με φυγαδεύσει από την φυλακή. Για μένα δεν έχει σημασία πώς είναι και πώς λειτουργεί η δημοκρατία, αλλά πώς πρέπει να είναι και πώς πρέπει να λειτουργεί. Τι θα απαντούσα στους Νόμους αν την ώρα που έφευγα στέκονταν μπροστά μου αυστηροί και μου έλεγαν «Σωκράτη, πες µας, τι έχεις κατά νου να κάνεις; ∆εν σκέπτεσαι πως µε αυτή την φυγή σου καταργείς εµάς και όλη την Πολιτεία;  Ή νομίζεις πως είναι δυνατόν να σταθεί ορθή µια Πολιτεία και να µην ανατραπεί, εκεί όπου οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν έχουν κανένα κύρος; Εσύ δεν ήσουν που δίδασκες ότι τίποτα δεν πρέπει να λογαριάσει κανείς εµπρός στο δίκαιο; Εσύ δεν δίδασκες ότι ακόμη και όταν  αδικείται κάποιος δεν πρέπει να ανταποδίδει το άδικο, γιατί δεν πρέπει µε κανένα τρόπο να αδικεί;»

-Μα εσύ, Σωκράτη, φεύγοντας δεν θα διέπραττες αδικία, το αντίθετο μάλιστα θα εμπόδιζες να διαπραχθεί μια φρικτή αδικία.  Όπως σου είχα πει πριν πολλά χρόνια, όταν μιλούσαμε για  την αρετή στο σπίτι του Καλλία, πρέπει να τιμωρείται με τις έσχατες ποινές μόνο αυτός που δεν θέλει να διδαχθεί την αρετή και συνειδητά δεν την ασκεί και δεν την επιδιώκει. Εσύ όμως ήσουν πάντοτε ενάρετος και δίδασκες και σε άλλους την αρετή, άρα με κανένα τρόπο η πολιτεία δεν έπρεπε να σου επιβάλει την ποινή του θανάτου και εσύ με κανένα τρόπο δεν έπρεπε ν’  αφήσεις την κοινωνία και την πολιτεία να κάνουν τέτοιο έγκλημα.

- Λέμε διαφορετικά πράγματα, Πρωταγόρα. Εγώ σου λέω ότι δεν μπορούσα να αδικήσω και αδικώντας να αναιρέσω την ισχύ των Νόμων της πόλης και συ μου λες ότι έπρεπε να αδικήσω τους Νόμους επειδή με αδίκησαν ανάξιοι άνθρωποι. Και παραβλέπεις ότι περιφρονώντας τους Νόμους θα έδινα την δυνατότητα σ’ αυτούς τους ανάξιους όχι να εξοντώσουν έναν γέρο άνθρωπο, αλλά να αποδυναμώσουν τους ίδιους τους Νόμους.

-Δηλαδή, Σωκράτη, θέλεις να με κάνεις να παραδεχτώ ότι έκανες πιο ισχυρούς τους Νόμους αφήνοντας να νικήσει η αδικία; Σκέψου μόνο αυτό που λέει ο Πυθαγόρας, ότι το κακό βρίσκεται στην ίδια συστοιχία με το άπειρο και το σκότος, πολλαπλασιάζεται και μαυρίζει τον κόσμο. Η καταδίκη σου δεν θα είναι η τελευταία αδικία απέναντι στους ανθρώπους της αλήθειας και της αρετής, απέναντι στην ίδια την αρετή. Θα είναι ορόσημο και αρχή.

Έτσι είπε και σώπασε. Κι ο Σωκράτης έμεινε κι αυτός σιωπηλός. Αυτά που είπε ο σοφιστής κλωθογύριζαν στη σκέψη του μαζί με όσα έλεγε στους φίλους του στην φυλακή λίγο πριν πεθάνει, ότι μένοντας πιστός στους Νόμους της πόλης δεν θα φοβηθεί να σταθεί μπροστά στους  αδελφούς τους, τους φοβερούς Νόμους του κάτω κόσμου. Και ξαφνικά απόρησε  πού ήταν αυτοί και γιατί  δε  τον είχαν ακόμη καλέσει. Πήγε να ρωτήσει τον Πρωταγόρα, αλλά αυτός είχε χαθεί μέσα στο Έρεβος που σκέπαζε σιγά-σιγά και τον ίδιο…

               Ζέττη Βαρδάκη 

              με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος 

                         

                       

http://zett

      © «Μ

Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025

 ΖΕΤΤΗ ΒΑΡΔΑΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΠΑΝΤΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ

Αλλά τον Μάιο του 1932 τα απόνερα του Διεθνούς Κραχ είχαν ήδη συμπαρασύρει την ελληνική οικονομία.  Σ’ ένα κλίμα αντιβενιζελικοί και βενιζελικοί εναντίον Βενιζέλου, ο Βενιζέλος έπεσε. Mετά την παραίτηση  Βενιζέλου σχηματίστηκε Κυβέρνηση μειοψηφίας  Παπαναστασίου με την στήριξη των Φιλελευθέρων, πλην Βενιζέλου που έδωσε ψήφο ανοχής. Ο Παπαναστασίου θεωρώντας την στήριξη μη επαρκή υπέβαλλε την παραίτησή του έξι μέρες αφ’ ότου είχε αναλάβει. Και καθώς κανείς δεν αναλάμβανε, τον Ιούνιο ο Βενιζέλος δέχθηκε να αναλάβει ο ίδιος πάλι  την εντολή σχηματισμού Κυβερνήσεως που θα πήγαινε την χώρα σε εκλογές.

                     Το κλίμα πριν τις εκλογές ήταν ηλεκτρισμένο. Ο Βενιζέλος κατήγγειλε σχέδια για ανατροπή της Αβασίλευτης και  Βενιζελικοί αξιωματικοί προχωρούσαν σε ανασύσταση  του Στρατιωτικού Συνδέσμου[1] για να την προστατέψουν. Το αποτέλεσμα έδειχνε αμφίρροπο.

 

                    Οι εκλογές έγιναν στις 25 Σεπτεμβρίου 1932  με απλή αναλογική. Πήραν: Λαϊκό Κόμμα, Παναγής Τσαλδάρης 33,80%, 95 έδρες. Φιλελεύθεροι, Ε. Βενιζέλος 33,42%, 98 έδρες. Προοδευτικό Κόμμα, Γ. Καφαντάρης 8,35%, 15 έδρες. Αγροτικό κόμμα Ελλάδος, Κων/νος Ζαβιτσιάνος - Αλέξ. Μυλωνάς 6,17%, 11 έδρες. Αγροτικό - Εργατικό, Αλέξ.  Παπαναστασίου 5,89%, 8 έδρες. Ενιαίο Μέτωπο Εργατών και Αγροτών [ΚΚΕ], Γ.Γ. ο εντεταλμένος από την Μόσχα ο Ν. Ζαχαριάδης, 4,97%, 10 έδρες. Εθνικό Ριζοσπαστικό, Γ. Κονδύλης 4,7%, 6 έδρες. Κόμμα Ελευθεροφρόνων, Ιω. Μεταξάς. 1.59%, 3 έδρες. Συντηρητικό,  Ανδέας Μιχαλακόπουλος,  0.9%, 2 έδρες.

                    Ο Βενιζελισμός είχε παρακμάσει αλλά αντιστεκόταν. Ο Αλέξανδρος Οθωναίος εκ μέρους του Συνδέσμου δήλωσε ότι δεν θα επέτρεπαν στο Λαϊκό Κόμμα να αναλάβει την εξουσία αν η ηγεσία του δεν αναγνώριζε ανεπιφύλακτα την Αβασίλευτη ∆ημοκρατία ως το οριστικό πολίτευμα της χώρας. Ο Τσαλδάρης προέβη στην απαιτούμενη δήλωση στις 30 Οκτωβρίου 1932 κι έτσι πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, ενώ ο Οθωναίος μετά την εξέλιξη αυτή ανακοίνωσε την οριστική διάλυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου.

                     Έτσι κι αλλιώς ο Τσαλδάρης έβλεπε ότι ο κατακερματισμός των αντιβενιζελικών δυνάμεων, ως συνεπακόλουθο της απλής αναλογικής, καθιστούσε τον σχηματισμό βιώσιμης κυβερνήσεως πολύ δύσκολο. Τελικά στις 4 Νοεμβρίου μπόρεσε να σχηματιστεί μια αδύναμη κυβέρνηση συνεργασίας Τσαλδάρη - Κονδύλη - Χατζηκυριάκου -  Μεταξά με την ψήφο ανοχής του Βενιζέλου. Η κυβέρνηση αυτή άντεξε μέχρι τις 12 Ιανουαρίου 1933, οπότε ο Τσαλδάρης ζήτησε ψήφο εμπιστοσύνης, έχασε και παραιτήθηκε.

                     Την επόμενη, κατά το Σύνταγμα, ο Πρόεδρος Ζαῒμης έδωσε εντολή σχηματισμού πάλι στον Βενιζέλο που σχημάτισε «πανβενζελική» Κυβέρνηση με Καφαντάρη, Παπαναστασίου, Μιχαλακόπουλο, Παπανδρέου και Μυλωνά και ανέλαβε να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές στις 5 Μαρτίου.

 

      Οι εκλογές της 5ης  Μαρτίου 1933 έγιναν με πλειοψηφικό και πήραν: «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» 136 έδρες. (Αναλυτικά:  Τσαλδάρης με 38,7%, 118 έδρες. Κονδύλης 11 έδρες, Μεταξάς 6 έδρες, Αγροτικοί (συμπράξαντες) 2 έδρες.)  «Εθνικός Συνασπισμός» 110 έδρες. (Αναλυτικά: Βενιζέλος 33,29 % ,  80 έδρες (ήταν οι εκλογές που οι πρόσφυγες εγκατέλειψαν τον Βενιζέλο). Παπαναστασίου 13 έδρες, Καφαντάρης 10 έδρες, Μυλωνάς 5 έδρες,  Μιχαλακόπουλος 2 έδρες. Το Αγροτικό κόμμα Ελλάδος, Ιω. Σοφιανόπουλος πήρε 2.01%,  2 έδρες και μετεκλογικά στήριξε τον Βενιζέλικό συνασπισμό. Το Ενιαίο Μέτωπο Αγροτών και Εργατών [ΚΚΕ], 4,04%, καμία έδρα λόγω πλειοψηφικού.

     

      Την νύχτα των εκλογών ο στρατηγός Ν. Πλαστήρας, Υπουργός Στρατιωτικών, βλέποντας ότι έχαναν οι φιλελεύθεροι και ενώ οι φιλοβασιλικοί είχαν βγει στους δρόμους της Αθήνας και του Πειραιά και πανηγύριζαν, άναψε το πράσινο φως για το κίνημα που ετοίμαζε και  είχε ενημερώσει τον Βενιζέλο. Όταν όμως ο Οθωναίος πληροφόρησε τον Βενιζέλο ότι θα έδινε εντολή στους διοικητές των μονάδων να το καταστείλουν ο κρητικός δεν τον απέτρεψε.  Αυτό το έμαθε ο Πλαστήρας που απογοητευμένος έφυγε το ίδιο βράδυ από την χώρα. Ανέλαβε προσωρινά στρατιωτική Κυβέρνηση υπό τον στρατηγό Αλέξανδρο Οθωναίο που τέσσερις μέρες μετά παρέδωσε στους πολιτικούς.

 

        Αλλά ούτε ομαλοποίηση ούτε κανονικότητα επήλθε. Στις 11 Μαῒου, ο Μεταξάς μαζί με τους έξι δικούς του βουλευτές και περίπου είκοσι εθνικόφρονες του Τσαλδάρη κατέθεσε πρόταση παραπομπής του Βενιζέλου για το πραξικόπημα του Πλαστήρα. Τέσσερις μέρες μετά ο Βενιζέλος ανέβηκε στο βήμα της Βουλής για τελευταία φορά και  επειδή μιλώντας για τον Πλαστήρα τον απεκάλεσε «έντιμο» και «στρατηγό» κάποιοι βουλευτές τού όρμησαν και μετά η συμπλοκή γενικεύτηκε.

                       Οι παραπομπές εκκρεμούσαν όταν στις 6 Ιουνίου 1933 έγινε δολοφονική επίθεση εναντίον του Βενιζέλου. Από τις ανακρίσεις προέκυψε ότι την απόπειρα είχε οργανώσει ο Διοικητής Γενικής Ασφάλειας Ι. Πολυχρονόπουλος και είχαν ανάμειξη και άλλα «κρατικά όργανα». Δηλαδή ποιοι;

                      Τελικώς τον Νοέμβριο 1934, ο Τσαλδάρης, φοβούμενος τα χειρότερα ανακοίνωσε αμνηστία προς όλους τους εμπλεκόμενους στο κίνημα του Πλαστήρα. Αλλά στο νομοσχέδιο περί αμνηστείας  όταν το έφερε στην Βουλή ο Υπουργός του των Στρατιωτικών Γ. Κονδύλης στις αρχές του 1934, εξαιρούνταν της αμνηστείας οι μετασχόντες στο κίνημα αξιωματικοί. Οι βενιζελικοί βουλευτές δεν αντέδρασαν. Κανείς πλην Βενιζέλου. Όπως δεν αντέδρασαν και όταν ο Κονδύλης πέρασε από την βουλή τον νόμο «περί αποστρατεύσεως» που φωτογράφιζε τους Βενιζελικούς αξιωματικούς. Κανείς δημοκρατικός βουλευτής δεν αντέδρασε πλην Βενιζέλου.

                      Γιατί εκείνους τους ενδιέφερε μόνο πώς να  μπλοκάρουν το νομοσχέδιο με το οποίο ο Τσαλδάρης θα άλλαζε τα όρια των εκλογικών περιφερειών! Και μόνο γι’ αυτό το νομοσχέδιο θα χρησιμοποιούσαν το χαρτί της Γερουσίας[2] για


                        [1] Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ήταν παραστρατιωτική οργάνωση που ιδρύθηκε το καλοκαίρι του 1923 από τον στρατηγό Αλέξανδρο Οθωναίο στη Θεσσαλονίκη και γρήγορα είχε διεισδύσει σε όλες τις μεγάλες μονάδες της χώρας, με στόχο την κατάργηση της Βασιλείας στην Ελλάδα.

 

                   [2] Η Γερουσία ήταν ένα δεύτερο νομοθετικό σώμα ισότιμο με την Βουλή, μια ασφαλιστική δικλείδα που είχε βάλει ο Παπαναστασίου στο Σύνταγμα που έφτιαξε για να μη μπορεί μια φιλοβασιλική πλειοψηφία στην βουλή να επαναφέρει την Βασιλεία. Την αποτελούσαν 120 μέλη με τριετή κυλιόμενη θητεία που στην πλειοψηφία εκλέγονταν απ’ ευθείας από τον λαό και κατά ένα ποσοστό από επιμελητήρια και σωματεία. Η Γερουσία είχε εννεαετή θητεία και αρμοδιότητα να εκλέγει μαζί με την Βουλή Πρόεδρο της Δημοκρατίας και να συναποφασίζει την διάλυση της Βουλής. Καταργήθηκε το 1935 όταν ο Κονδύλης επανέφερε το Σύνταγμα του 1911.