Είναι
προνόμιο να μιλάς Ελληνικά
Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά, τη γλώσσα
όπου πρωτογράφτηκε ιστορία, φιλοσοφία, ποίηση, θέατρο, μαθηματική
θεωρία, αστρονομία, ιατρική.
Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά, μια γλώσσα
που λειτουργεί σαν πνευματική άσκηση, καθώς στην γλώσσα αυτή υπάρχει η
πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο. Μερικά παραδείγματα αποδεικνύουν την παραπάνω
θέση:
«άρχων»
αυτός που έχει δική του γη (άρα (γή) + έχων). Η ιδιοκτησία γης ήταν προϋπόθεση εξουσίας,
έτσι προήλθε η σημασία της λέξης.
«βοηθός»
αυτός που στο κάλεσμα τρέχει (βοή=φωνή + θέω (τρέχω)
«αστήρ»
αυτό που δεν στέκεται, που κινείται από το α στερητικό + το θέμα -στη του ίστημι = στέκομαι). Σημειωτέον ότι οι αρχαίοι γνώριζαν τις κινήσεις
των αστέρων.
«φθόνος» από το ρήμα φθίνω (μειώνομαι)
Πράγματι ο φθόνος είναι συναίσθημα, που σιγά-σιγά φθίνει, καταστρέφει τον
φθονούντα. Και, βέβαια, όταν αναφερόμαστε σε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να
μην φθίνει (τελειώνει), το χαρακτηρίζουμε «άφθονο» από το στερητικό α +φθόνος
«ωραίος»
προέρχεται από την «ώρα», διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έλθει και
στην ώρα του.
«ελευθερία»
από το ελεύθω (πηγαίνω) +ερώ (αγαπώ), σημαίνει το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά
«αγαλλίασις»
από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά), είναι η ευχαρίστηση που προέρχεται από οτιδήποτε
όμορφο, και γιατρεύει την ψυχή
«άγαλμα»
από το αγάλλομαι =ευχαριστιέμαι, εκφράζει την ευχαρίστηση των θεών από τα ομοιώματα
που τους αφιέρωναν οι θνητοί. Σ’ αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε
στην ελληνικής ρίζας λέξη statua (ίστημι) που χρησιμοποιούσαν οι Λατίνοι για το άγαλμα και δηλώνει αυτό που στέκει
ακίνητο. Από αυτό το παράδειγμα φαίνεται η τεράστια διαφορά στη φιλοσοφία
μεταξύ των δύο γλωσσών: αυτό που είναι κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά στα
Ελληνικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα. Και μόνο από αυτό το
παράδειγμα επιβεβαιώνεται ότι: «Ἀπλή γλώσσα
σημαίνει και απλή σκέψη»
Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά, μια
γλώσσα τόσο εκφραστική και τόσο πλαστική που αποδίδει έννοιες που δεν έχει
μπορέσει να αποδώσει καμιά άλλη γλώσσα, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο, που διαχωρίζει έννοιες όπως καμιά άλλη γλώσσα, όπως τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα, που διαφοροποιεί έννοιες
διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, όπως το ατύχημα
από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον.
Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά, μια γλώσσα που δεν κρύβει μόνο σοφία αλλά
έχει και μουσικότητα. Στην αρχαιότητα η γλώσσα ονομαζόταν «αυδή» από το ρήμα
αείδω (=τραγουδώ). Όπως γράφει ο Νικηφόρος Βρεττάκος:
«Όταν
κάποτε φύγω από τούτο το φώς, θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει.
Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα
τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή αυτοί δεν ξέρουνε γλώσσες, μιλάνε μεταξύ τους με
μουσική».
Είναι προνόμιο να μιλάς Ελληνικά, αλλά αυτό
δεν μπορούν να το καταλάβουν όσοι κυλιούνται στην αμορφωσιά και την άγνοια, την
αναίδεια και την ρηχότητα. Δείγματα αυτού του πνευματικού επιπέδου είναι η
απλοποίηση της γραφής, τα greeklish και η
χρήση των αγγλικών.
Θέματα σχετικά με τη γλώσσα:
Απλοποίηση
της γραφής , δηλαδή κατάργηση γραμμάτων
με τον ίδιο ήχο και η διατήρηση του απλούστερου, για παράδειγμα όχι η,
ι, υ, ει, οι, αλλά μόνο ι. Το λιγότερο που μπορείς να πεις σ’ αυτούς που
υποστηρίζουν κάτι τέτοιο είναι ότι σωστά υπάρχουν και πρέπει να εξακολουθήσουν
να υπάρχουν όλα τα γράμματα, ασχέτως αν αυτό ξεπερνάει το δικό τους νοητικό επίπεδο. Γιατί ο τρόπος που γράφεται μια λέξη
αποκαλύπτει την ετυμολογία της, άρα και τη σημασία της. Για παράδειγμα, η λέξη «πειρούνι» πρέπει να γράφεται
με «ει» γιατί προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ/διαπερνώ, ακριβώς
επειδή τρυπάμε μ’ αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε. Η «κριμένη υπόθεση» είναι
η δικασμένη υπόθεση, ενώ η «κρυμμένη υπόθεση» είναι αυτή που μένει κρυφή ή
ανεξιχνίαστη.
Αν ξέρεις τη σημασία της λέξης την
γράφεις σωστά και αν την δεις γραμμένη σωστά καταλαβαίνεις τη σημασία της.
Τα
greeklish τα χρησιμοποιούν κάποιοι νομίζοντας ότι κάνουν κάτι μοντέρνο και επαναστατικό. Μεγαλύτερη ανοησία δεν υπάρχει. Η απόδοση της
ελληνικής γλώσσας με λατινικά γράμματα χρησιμοποιήθηκε και στο παρελθόν σε
εποχές που ο ελληνισμός βρισκόταν υπό ξένη κατοχή. Συνεπώς τα greeklish είναι παλιό εφεύρημα, είναι παραλλαγή των καραμανλήδικων και
των φραγκολεβαντίνικων. Καραμανλήδικα έγραφαν οι Έλληνες ορθόδοξοι της Καππαδοκίας
στους οποίους επιβαλλόταν ως επίσημη γλώσσα η τουρκική. Τα φραγκολεβαντίνικα
συνηθίζονταν στο Αιγαίο επί Ενετοκρατίας. Υπάρχουν αρκετά δείγματα από αυτόγραφα
χειρόγραφα εκείνης της εποχής, όπου ελληνικά κείμενα είναι γραμμένα με αυτόν
τον τρόπο, όπως π.χ. η κωμωδία "Fortounatos" από τον Μάρκο Αντώνιο Φώσκολο (1655). Υπάρχουν ακόμα δείγματα από βιβλία τυπωμένα
με τέτοιο τρόπο, όπως το βιβλίο "I
Mera tou Hristianou" που
φυλάσσεται σήμερα στο Βενετικό Μουσείο της Νάξου. Κάτι ανάλογο ήταν και τα
"φραγκοβλάχικα", όρος με υποτιμητική σημασία, που αναφερόταν αρνητικά
στην χρήση των greeklish
από τους Βλάχους.
Η χρήση των αγγλικών ανάμεσα
σε έλληνες είναι ξιπασιά. Μ’ αυτό δεν δείχνουν ότι είναι Αγγλοσπουδαγμένοι αλλά
ότι δεν είναι καθόλου σπουδαγμένοι, αλλιώς θα σέβονταν την γλώσσα που έχει
δώσει λέξεις σε όλες τις γλώσσες. Και θα τους δώσω ένα παράδειγμα από τον χώρο
του άμεσου ενδιαφέροντός τους την ιστορία
της λέξης money. Η λέξη έχει τη ρίζα της στο αρχαίο
ελληνικό επίθετο μονία (=μόνη), το οποίο αποδιδόταν στην θεά Ήρα. Το ιερό της Μονίας
Ήρας - Iuno Moneta στα λατινικά- στην αρχαία
Ρώμη βρισκόταν στον χώρο που βρισκόταν και το νομισματοκοπείο της αυτοκρατορίας
κι έτσι πολύ φυσικά το νόμισμα που κοβόταν το λέγανε moneta και έτσι η ελληνική λέξη
πέρασε σ’ ολόκληρο τον κόσμο.
Επίλογος: Είναι προνόμιο να μιλάς και
να γράφεις Ελληνικά κι ας κάνεις λάθη,
άλλωστε η γλώσσα έχει αντέξει εκατομμύρια λάθη και αλλοιώσεις μέσα στους
αιώνες, εκείνο μόνο που δεν αντέχει κανένας ζωντανός οργανισμός είναι η έλλειψη
αγάπης.